0%

Σιδηροπενική αναιμία στους αθλητές:
αίτια πρόκλησης, διάγνωση και θεραπεία

Ο σίδηρος αποτελεί ένα σημαντικό για τη ζωή ιχνοστοιχείο, το οποίο βρίσκεται στην πλειοψηφία συνδεδεμένο με πρωτεϊνικούς φορείς. Στον οργανισμό η συνολική ποσότητά του φτάνει τα 3-4 γραμμάρια, από τα οποία τα 2/3 βρίσκονται στην αιμοσφαιρίνη των ερυθροκυττάρων και το 1/3 στη μυοσφαιρίνη, σε ορισμένα ένζυμα και στο πλάσμα.

Είναι σημαντικό για τον οργανισμό ότι πραγματοποιείται μία συνεχής επαναχρησιμοποίηση του σιδήρου της αιμοσφαιρίνης των γερασμένων ερυθροκυττάρων και των ενζύμων, ενώ παράλληλα απορροφάται από την τροφή 1-2 mg σιδήρου ημερησίως, κυρίως στο δωδεκαδάκτυλο (πρώτο τμήμα του λεπτού εντέρου). Στη συνέχεια ο σίδηρος συνδέεται με την τρανσφερρίνη και μεταφέρεται στο μυελό των οστών, όπου και αποθηκεύεται ως φερριτίνη ή αιμοσιδηρίνη. Ο σίδηρος της φερριτίνης είναι διαθέσιμος για ερυθροποίηση και αποδίδεται στα αναπτυσσόμενα ερυθροκύτταρα. Εισέρχεται στα μιτοχόνδρια όπου και παράγεται η αίμη, η οποία στο κυτταρόπλασμα συνδέεται με μία σφαιρίνη και σχηματίζεται αιμοσφαιρίνη.

Η ελαττωματική ή μειωμένη σύνθεση της αιμοσφαιρίνης έχει ως αποτέλεσμα την εγκατάσταση υπόχρωμης αναιμίας. Τα αίτια είναι πολλά, αλλά τα πιο συχνά είναι η σημαντικού βαθμού μείωση των επιπέδων του σιδήρου λόγω απώλειας αίματος (αυτό που ονομάζουμε μεθαιμορραγική αναιμία) ή ανεπαρκούς πρόσληψης σιδήρου (σιδηροπενική αναιμία).

Τα κυριότερα αίτια που προκαλούν σιδηροπενία στους αθλητές είναι τα κάτωθι: α) μειωμένη πρόσληψη σιδήρου είτε από τις τροφές, είτε λόγω δυσαπορρόφησης του σιδήρου στο έντερο, β) αυξημένες απαιτήσεις σιδήρου, όπως στην εγκυμοσύνη και στην εφηβεία, γ) απώλεια σιδήρου, όπως συμβαίνει κατά την έμμηνο ρύση ή σε αιμορραγία, δ) διαταραχές χρησιμοποίησης σιδήρου και ε) διαταραχές μεταφοράς σιδήρου.

Φυσιολογικά παρατηρείται καθημερινή απώλεια σιδήρου σε ποσότητα που φτάνει το 1 mg. Στην περίοδο της εμμήνου ρύσεως των γυναικών η απώλεια αυτή κυμαίνεται γύρω στα 1,5 mg. Ο σίδηρος αποβάλλεται από το ανθρώπινο σώμα με τα ούρα, τα κόπρανα, το δέρμα και τον ιδρώτα. Οι αθλήτριες, λόγω της απώλειας αίματος κατά την έμμηνο ρύση και οι έφηβοι, που βρίσκονται στην περίοδο ανάπτυξης είναι περισσότερο επιρρεπείς στην ανάπτυξη σιδηροπενικής αναιμίας. Η εξαντλητική και παρατεταμένη φυσική δραστηριότητα ευνοεί την ανάπτυξη σιδηροπενικής αναιμίας. Πιο συγκεκριμένα, σε αθλητές που προπονούνται εντατικά για πολλές ώρες και συχνά κάνουν διπλές και τριπλές προπονήσεις την ημέρα, παρατηρείται μειωμένη εντερική απορρόφηση σιδήρου. Αυτή σχετίζεται με την πολύωρη μειωμένη γαστρεντερική αιμάτωση, λόγω της ανακατανομής του αίματος από τα σπλάχνα στους εργαζόμενους μύες. Επίσης, στους αθλητές αυτούς παρατηρείται αποβολή τρανσφερρίνης, αιμοσφαιρίνης και αίματος στα ούρα και σιδήρου με τον ιδρώτα. Οι καθημερινές απώλειες σιδήρου είναι δύσκολο να αναπληρωθούν από τη συνηθισμένη διατροφή, έτσι η εμφάνιση σιδηροπενικής αναιμίας είναι συχνή στους αθλητές.

Η σιδηροπενική αναιμία εκδηλώνεται με αίσθημα κόπωσης και ατονίας, ταχυκαρδία, ωχρότητα, ευερεθιστότητα και ζάλη. Η ικανότητα εκτέλεσης αερόβιας άσκησης μειώνεται σημαντικά, λόγω ελάττωσης της συγκέντρωσης της αιμοσφαιρίνης στο αίμα, με αποτέλεσμα τη μείωση της απόδοσης των αθλητών αντοχής. Η έλλειψη σιδήρου εντοπίζεται με τις εργαστηριακές εξετάσεις, όπου παρατηρείται ελάττωση του σιδήρου στον ορό, αύξηση της τρανσφερρίνης ή/και ελάττωση της φερριτίνης και μείωση της αιμοσφαιρίνης. Απαραίτητη είναι και η γενική εξέταση ούρων και η αναζήτηση αίματος στα κόπρανα για να διαπιστωθεί τυχόν απώλεια αίματος από τα αντίστοιχα συστήματα.

Η θεραπεία στοχεύει στην ανάταξη της αναιμίας και στην αναπλήρωση των αποθεμάτων σιδήρου. Χορηγούνται άλατα σιδήρου από το στόμα, τα οποία όμως επειδή ερεθίζουν τον γαστρεντερικό σωλήνα προκαλούν συχνά διάρροια, δυσκοιλιότητα ή δυσφορία. Στις περιπτώσεις αυτές ή σε σοβαρού βαθμού σιδηροπενία προτιμάται η παρεντερική χορήγηση σιδήρου. Η βελτίωση της καταβολής επέρχεται σε λίγες ημέρες, ενώ η αιματολογική ανταπόκριση (αύξηση της αιμοσφαιρίνης) εμφανίζεται σε περίπου 2 εβδομάδες από την έναρξη της θεραπείας.

Το προπονητικό και ιατρικό επιτελείο κάθε ομάδας ( ή αθλητή) πρέπει να ελέγχει τακτικά τις αιματολογικές παραμέτρους των αθλητών, ειδικά στις γυναίκες αθλήτριες και στους αθλητές αντοχής. Η πτώση του σιδήρου αποτελεί μία από τις κυριότερες αιτίες μείωσης της αντοχής των αθλητών και παράλληλα της απόδοσής τους.

Έχετε απορίες;

Θα χαρώ να σας συναντήσω και να απαντήσω στις ερωτήσεις σας.

Επικοινωνήστε μαζί μου